- υπερσυμβιβαστικότητα
- η, Ν(ψυχολ.) στάση ατόμου που είναι υπέρμετρα υποχωρητικό στις απαιτήσεις τής κοινωνίας, ακολουθεί πιστά τους κοινωνικούς θεσμούς και φέρεται δουλοπρεπώς στα άτομα που έχουν εξουσία.[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. επιστημον. όρου, πρβλ. αγγλ. overforming].
Dictionary of Greek. 2013.